Χρησιμοποιούμε συχνά στις συζητήσεις μας τη φράση «πέταξε την μπάλα έξω από το γήπεδο» όταν θέλουμε να τονίσουμε ότι δεν ασχολούμαστε με την ουσία του θέματος το οποίο συζητείται.
Αυτή η φράση χαρακτηρίζει απολύτως αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την εμμονή σχετικά με τον αριθμό των Δ.Υ. και το κόστος μισθοδοσίας. Έτσι φαίνεται να βρίσκεται σε εξέλιξη μια «κραταιά μάχη» ανάμεσα στους εκπροσώπους της τρόικα και την κυβέρνηση για την απόλυση κάποιων χιλιάδων υπαλλήλων... Και στη μάχη αυτή ορισμένοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι προτάσσουν τα στήθη τους υπέρ της κατάργησης των «προνομίων» επικαλούμενοι τις εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους του Ιδιωτικού Τομέα. Προσπαθώντας να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι αν απολυθούν μερικές χιλιάδες Δημόσιοι Υπάλληλοι θα μειωθούν τα προβλήματα της οικονομίας.
Όμως η αλήθεια είναι ότι το κύριο πρόβλημα του κράτους δεν είναι ούτε ο αριθμός ούτε το μισθολογικό κόστος των Δ.Υ. αλλά ο τρόπος διαχείρισης της Δημόσιας Διοίκησης από τους πολιτικούς.
Οι βασικές αιτίες για την κακή λειτουργία του κράτους θα πρέπει: «να αναζητηθούν κυρίως στην πολιτική ομηρία την οποία υφίσταται το κράτος από της ιδρύσεώς του και μέχρι σήμερα από το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Ομηρία, η οποία δυστυχώς, έγινε καταλυτική μετά το 1981, όταν αντί το κράτος να απεγκλωβιστεί από τις παλαιοκομματικές στρεβλώσεις, υποδουλώθηκε εντελώς στις κομματικές σκοπιμότητες οι οποίες επενδύθηκαν ιδεολογικά με την λενινιστική αντίληψη: «Αφού το κόμμα είναι στην υπηρεσία του λαού, το κράτος οφείλει να είναι στην υπηρεσία του κόμματος».», (Για ποίο κράτος μιλάμε; 16/9/1998 www.antonakos.edu.gr)
Δεν είναι μόνο το όργιο των διορισμών που πραγματοποιήθηκε την δεκαετία του 80 και η απερίσκεπτη ένταξη στο Δημόσιο κάθε εταιρείας που χρεοκοπούσε ή την «χρεοκοπούσαν», πολλές φορές σε αγαστή συνεργασία, οι «κοινωνικοί εταίροι». Κυρίως ήταν η κατάργηση της μόνιμης ιεραρχίας και η αντικατάσταση της με «πολιτικά» πρόσωπα, με μόνο κριτήριο την κομματική πειθαρχία και αξιολόγηση. Γι’ αυτό: « τελικά, δεν έχει τόση σημασία ο σχετικά ασήμαντος περιορισμός του κράτους, όταν την ίδια στιγμή η δημόσια διοίκηση παραμένει παράλυτη κάτω από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της κομματικής νομενκλατούρας. Εάν δεν προωθηθεί μία βαθιά θεσμική μεταρρύθμιση, η οποία θα κατοχυρώσει την ανεξαρτησία της δημόσιας διοίκησης, μεταφέροντάς της ταυτοχρόνως και σημαντικές ευθύνες και αρμοδιότητες δεν πρόκειται να υπάρξει πραγματική πρόοδος.» (Για ποίο κράτος μιλάμε; 16/9/1998 www.antonakos.edu.gr).
Και επειδή η εξαγγελία της Ν.Δ. το 2004 για «επανίδρυση» του κράτους δεν υλοποιήθηκε και δεν προωθήθηκαν οι τομές που θα επανακαθόριζαν τις σχέσεις ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό και στην εκτελεστική εξουσία, ήταν απόλυτα αναγκαίο, ιδιαίτερα εν μέσω της κρίσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα που ήδη είχε ξεκινήσει το 2008, να αποτελέσει αυτή η θεμελιώδης και πρωταρχική διαρθρωτική αλλαγή το πολιτικό διακύβευμα των επόμενων εκλογών. «Όλα τα στοιχεία φωνάζουν ότι στις προσεχείς εκλογές είναι απόλυτη ανάγκη να τεθεί πολιτικό διακύβευμα που θα προσφέρει κίνητρα στην πιο ευαισθητοποιημένη ομάδα των πολιτών, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν τις αιτίες της δομικής παθογένειας που δημιούργησε και συντηρεί τα προβλήματα της χώρας στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της οικονομίας και της εκπαίδευσης. Δεσμεύσεις, όπως η συνταγματική ρύθμιση του σταθερού χρόνου των ανά τετραετία εκλογών, το ασυμβίβαστο μεταξύ της βουλευτικής και της υπουργικής ιδιότητας, η σταθεροποίηση του εκλογικού συστήματος στον τομέα της λειτουργίας του πολιτεύματος, η αποκατάσταση της ουσιαστικής λειτουργίας του κράτους και της δημόσιας διοίκησης με τη θέσπιση μόνιμης ιεραρχίας μέχρι και το βαθμό του εκτελεστικού Γενικού Γραμματέα, η απελευθέρωση της εκπαίδευσης, για να μπορέσει να αναπτύξει τις δημιουργικές της δυνατότητες και τέλος η λήψη ριζικών μέτρων για την οικονομία, θα σημάνουν την οριστική αναστροφή της σημερινής κατάστασης με την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της. Όλα αυτά θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν ένα νέο πολιτικό λόγο, υπεύθυνο και γι’ αυτό ελπιδοφόρο, ένα λόγο ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει το διακύβευμα των εκλογών». (Τo διακύβευμα των εκλογών 17-07-2009, www.antonakos.edu.gr).
Ακόμα και σήμερα, που η Ελληνική κοινωνία υφίσταται τις συνέπειες του πολιτικού αμοραλισμού και της ανεπάρκειας των περασμένων δεκαετιών και κυρίως της καταστροφικής δεκαετίας του 80, δεν διαφαίνεται καμία πρόθεση να ασχοληθούν, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, με την ανάγκη να υπάρξει ριζική αναδιάρθρωση στο Δημόσιο, με την προώθηση, με ευρύτερη συναίνεση και με αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες, μιας ανεξάρτητης και μόνιμης ιεραρχίας με αυξημένες αρμοδιότητες αλλά και ευθύνες. Αποκαθιστώντας έτσι και σε αυτόν τον τομέα το νήμα της πορείας προς τον Ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό εκεί που διακόπηκε το 1981. Αλλά όχι μόνον αυτό, επιπλέον: «είναι απόλυτα αναγκαίο το πολιτικό προσωπικό, αντί να αναλώνεται με τη διαχείριση και την εκμετάλλευση ενός αναποτελεσματικού δυσλειτουργικού και ευθυνόφοβου κράτους, να ασχοληθεί ουσιαστικά και αποφασιστικά με τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου λειτουργίας, που θα καταργεί τον τερατώδη λαβύρινθο της συχνά ασαφούς, αντιφατικής και στις περισσότερες περιπτώσεις αντιπαραγωγικής νομοθεσίας, η οποία τροφοδοτεί το «Μινώταυρο» της γραφειοκρατίας, αναδεικνύοντας το κοινωνικό συμφέρον ως πρωταρχικό κριτήριο χρηστής διαχείρισης, προωθώντας ταυτόχρονα και πριμοδοτώντας τη δημιουργικότητα και την πρωτοβουλία». (Η στοχοποίηση των Δημοσίων Υπαλλήλων 26-1-2010, www.antonakos.edu.gr)
Είναι φανερό ότι μία από τις σημαντικότερες «διαρθρωτικές αλλαγές» που αποτελεί προϋπόθεση για να βγούμε από το φαύλο κύκλο της λιτότητας και της ύφεσης είναι η «επανίδρυση του κράτους». Και οι προϋποθέσεις γι’ αυτήν την «επανίδρυση» είναι: α) μια νέα κομματικά «αυτονομημένη» μόνιμη και αξιοκρατικά επιλεγμένη ιεραρχία β) ένα νέο απλό και λειτουργικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της και γ) θέσπιση κινήτρων βελτίωσης και αριστείας συνδεδεμένων με ένα αδιάβλητο αλλά και ουσιαστικό σύστημα αξιολόγησης.
Όμως όπως σημειώθηκε στην αρχή όλα δείχνουν ότι ακόμα και τώρα δεν έχουν εντοπισθεί οι βασικές αιτίες που κάνουν το κράτος αναποτελεσματικό και ανίκανο να διαδραματίσει όχι μόνο τον κοινωνικό του ρόλο αλλά ακόμα και το επιτελικό του έργο. Γι’ αυτό εξακολουθούμε να επικεντρώνουμε το δημόσιο διάλογο στο «πόσο» κράτος. Που είναι ασφαλώς ένα θέμα. Όμως δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε ότι το κύριο ερώτημα είναι το «ποιο κράτος» και το πώς θα το οικοδομήσουμε. Διαφορετικά θα εξακολουθούμε να «πετάμε την μπάλα στις κερκίδες».
Αντώνης Αντωνάκος Αντιπρόεδρος Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Αυτή η φράση χαρακτηρίζει απολύτως αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την εμμονή σχετικά με τον αριθμό των Δ.Υ. και το κόστος μισθοδοσίας. Έτσι φαίνεται να βρίσκεται σε εξέλιξη μια «κραταιά μάχη» ανάμεσα στους εκπροσώπους της τρόικα και την κυβέρνηση για την απόλυση κάποιων χιλιάδων υπαλλήλων... Και στη μάχη αυτή ορισμένοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι προτάσσουν τα στήθη τους υπέρ της κατάργησης των «προνομίων» επικαλούμενοι τις εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους του Ιδιωτικού Τομέα. Προσπαθώντας να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι αν απολυθούν μερικές χιλιάδες Δημόσιοι Υπάλληλοι θα μειωθούν τα προβλήματα της οικονομίας.
Όμως η αλήθεια είναι ότι το κύριο πρόβλημα του κράτους δεν είναι ούτε ο αριθμός ούτε το μισθολογικό κόστος των Δ.Υ. αλλά ο τρόπος διαχείρισης της Δημόσιας Διοίκησης από τους πολιτικούς.
Οι βασικές αιτίες για την κακή λειτουργία του κράτους θα πρέπει: «να αναζητηθούν κυρίως στην πολιτική ομηρία την οποία υφίσταται το κράτος από της ιδρύσεώς του και μέχρι σήμερα από το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Ομηρία, η οποία δυστυχώς, έγινε καταλυτική μετά το 1981, όταν αντί το κράτος να απεγκλωβιστεί από τις παλαιοκομματικές στρεβλώσεις, υποδουλώθηκε εντελώς στις κομματικές σκοπιμότητες οι οποίες επενδύθηκαν ιδεολογικά με την λενινιστική αντίληψη: «Αφού το κόμμα είναι στην υπηρεσία του λαού, το κράτος οφείλει να είναι στην υπηρεσία του κόμματος».», (Για ποίο κράτος μιλάμε; 16/9/1998 www.antonakos.edu.gr)
Δεν είναι μόνο το όργιο των διορισμών που πραγματοποιήθηκε την δεκαετία του 80 και η απερίσκεπτη ένταξη στο Δημόσιο κάθε εταιρείας που χρεοκοπούσε ή την «χρεοκοπούσαν», πολλές φορές σε αγαστή συνεργασία, οι «κοινωνικοί εταίροι». Κυρίως ήταν η κατάργηση της μόνιμης ιεραρχίας και η αντικατάσταση της με «πολιτικά» πρόσωπα, με μόνο κριτήριο την κομματική πειθαρχία και αξιολόγηση. Γι’ αυτό: « τελικά, δεν έχει τόση σημασία ο σχετικά ασήμαντος περιορισμός του κράτους, όταν την ίδια στιγμή η δημόσια διοίκηση παραμένει παράλυτη κάτω από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της κομματικής νομενκλατούρας. Εάν δεν προωθηθεί μία βαθιά θεσμική μεταρρύθμιση, η οποία θα κατοχυρώσει την ανεξαρτησία της δημόσιας διοίκησης, μεταφέροντάς της ταυτοχρόνως και σημαντικές ευθύνες και αρμοδιότητες δεν πρόκειται να υπάρξει πραγματική πρόοδος.» (Για ποίο κράτος μιλάμε; 16/9/1998 www.antonakos.edu.gr).
Και επειδή η εξαγγελία της Ν.Δ. το 2004 για «επανίδρυση» του κράτους δεν υλοποιήθηκε και δεν προωθήθηκαν οι τομές που θα επανακαθόριζαν τις σχέσεις ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό και στην εκτελεστική εξουσία, ήταν απόλυτα αναγκαίο, ιδιαίτερα εν μέσω της κρίσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα που ήδη είχε ξεκινήσει το 2008, να αποτελέσει αυτή η θεμελιώδης και πρωταρχική διαρθρωτική αλλαγή το πολιτικό διακύβευμα των επόμενων εκλογών. «Όλα τα στοιχεία φωνάζουν ότι στις προσεχείς εκλογές είναι απόλυτη ανάγκη να τεθεί πολιτικό διακύβευμα που θα προσφέρει κίνητρα στην πιο ευαισθητοποιημένη ομάδα των πολιτών, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν τις αιτίες της δομικής παθογένειας που δημιούργησε και συντηρεί τα προβλήματα της χώρας στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της οικονομίας και της εκπαίδευσης. Δεσμεύσεις, όπως η συνταγματική ρύθμιση του σταθερού χρόνου των ανά τετραετία εκλογών, το ασυμβίβαστο μεταξύ της βουλευτικής και της υπουργικής ιδιότητας, η σταθεροποίηση του εκλογικού συστήματος στον τομέα της λειτουργίας του πολιτεύματος, η αποκατάσταση της ουσιαστικής λειτουργίας του κράτους και της δημόσιας διοίκησης με τη θέσπιση μόνιμης ιεραρχίας μέχρι και το βαθμό του εκτελεστικού Γενικού Γραμματέα, η απελευθέρωση της εκπαίδευσης, για να μπορέσει να αναπτύξει τις δημιουργικές της δυνατότητες και τέλος η λήψη ριζικών μέτρων για την οικονομία, θα σημάνουν την οριστική αναστροφή της σημερινής κατάστασης με την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της. Όλα αυτά θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν ένα νέο πολιτικό λόγο, υπεύθυνο και γι’ αυτό ελπιδοφόρο, ένα λόγο ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει το διακύβευμα των εκλογών». (Τo διακύβευμα των εκλογών 17-07-2009, www.antonakos.edu.gr).
Ακόμα και σήμερα, που η Ελληνική κοινωνία υφίσταται τις συνέπειες του πολιτικού αμοραλισμού και της ανεπάρκειας των περασμένων δεκαετιών και κυρίως της καταστροφικής δεκαετίας του 80, δεν διαφαίνεται καμία πρόθεση να ασχοληθούν, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, με την ανάγκη να υπάρξει ριζική αναδιάρθρωση στο Δημόσιο, με την προώθηση, με ευρύτερη συναίνεση και με αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες, μιας ανεξάρτητης και μόνιμης ιεραρχίας με αυξημένες αρμοδιότητες αλλά και ευθύνες. Αποκαθιστώντας έτσι και σε αυτόν τον τομέα το νήμα της πορείας προς τον Ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό εκεί που διακόπηκε το 1981. Αλλά όχι μόνον αυτό, επιπλέον: «είναι απόλυτα αναγκαίο το πολιτικό προσωπικό, αντί να αναλώνεται με τη διαχείριση και την εκμετάλλευση ενός αναποτελεσματικού δυσλειτουργικού και ευθυνόφοβου κράτους, να ασχοληθεί ουσιαστικά και αποφασιστικά με τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου λειτουργίας, που θα καταργεί τον τερατώδη λαβύρινθο της συχνά ασαφούς, αντιφατικής και στις περισσότερες περιπτώσεις αντιπαραγωγικής νομοθεσίας, η οποία τροφοδοτεί το «Μινώταυρο» της γραφειοκρατίας, αναδεικνύοντας το κοινωνικό συμφέρον ως πρωταρχικό κριτήριο χρηστής διαχείρισης, προωθώντας ταυτόχρονα και πριμοδοτώντας τη δημιουργικότητα και την πρωτοβουλία». (Η στοχοποίηση των Δημοσίων Υπαλλήλων 26-1-2010, www.antonakos.edu.gr)
Είναι φανερό ότι μία από τις σημαντικότερες «διαρθρωτικές αλλαγές» που αποτελεί προϋπόθεση για να βγούμε από το φαύλο κύκλο της λιτότητας και της ύφεσης είναι η «επανίδρυση του κράτους». Και οι προϋποθέσεις γι’ αυτήν την «επανίδρυση» είναι: α) μια νέα κομματικά «αυτονομημένη» μόνιμη και αξιοκρατικά επιλεγμένη ιεραρχία β) ένα νέο απλό και λειτουργικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της και γ) θέσπιση κινήτρων βελτίωσης και αριστείας συνδεδεμένων με ένα αδιάβλητο αλλά και ουσιαστικό σύστημα αξιολόγησης.
Όμως όπως σημειώθηκε στην αρχή όλα δείχνουν ότι ακόμα και τώρα δεν έχουν εντοπισθεί οι βασικές αιτίες που κάνουν το κράτος αναποτελεσματικό και ανίκανο να διαδραματίσει όχι μόνο τον κοινωνικό του ρόλο αλλά ακόμα και το επιτελικό του έργο. Γι’ αυτό εξακολουθούμε να επικεντρώνουμε το δημόσιο διάλογο στο «πόσο» κράτος. Που είναι ασφαλώς ένα θέμα. Όμως δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε ότι το κύριο ερώτημα είναι το «ποιο κράτος» και το πώς θα το οικοδομήσουμε. Διαφορετικά θα εξακολουθούμε να «πετάμε την μπάλα στις κερκίδες».
Αντώνης Αντωνάκος Αντιπρόεδρος Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου