Η μητέρα προχωρούσε μπροστά. Τα παιδιά και ο πατέρας, ακολουθούσαμε...
Έχουν περάσει χρόνια από τότε και δεν θυμάμαι πια όλα όσα θα ήθελα. Προσπαθώ αλλά δεν τα θυμάμαι... Φορούσα το καλό μου κουστούμι και μια καινούρια γραβάτα. Μαύρη. Κοιτούσα τα μάτια της αδερφής μου και τής έσφιγγα το χέρι. Στη μεγάλη στροφή φάνηκε ο κόσμος. Όλο το χωριό, σιωπηλό μας περίμενε. Οι παπάδες μπροστά της. Έψαλλαν. Την αποχαιρέτισα με ένα φιλί. Το μέτωπό της ήταν κρύο. Αυτό το θυμάμαι καθαρά. Δεν μπορώ όμως να θυμηθώ την τελευταία εικόνα. Το Τέλος…
Ακόμα μπορώ να κλάψω.
Έχουν περάσει χρόνια από τότε και δεν θυμάμαι πια όλα όσα θα ήθελα. Προσπαθώ αλλά δεν τα θυμάμαι... Φορούσα το καλό μου κουστούμι και μια καινούρια γραβάτα. Μαύρη. Κοιτούσα τα μάτια της αδερφής μου και τής έσφιγγα το χέρι. Στη μεγάλη στροφή φάνηκε ο κόσμος. Όλο το χωριό, σιωπηλό μας περίμενε. Οι παπάδες μπροστά της. Έψαλλαν. Την αποχαιρέτισα με ένα φιλί. Το μέτωπό της ήταν κρύο. Αυτό το θυμάμαι καθαρά. Δεν μπορώ όμως να θυμηθώ την τελευταία εικόνα. Το Τέλος…
Ακόμα μπορώ να κλάψω.
2 σχόλια:
ti na pw de xerw apla mekanes k klapsa Giannh.mono ayto!!!(Basilh Logotheths toy athanasioy)
Οι άνθρωποι πεθαίνουν όταν τους ξεχνάμε, Μπιλάκο.Είναι ωραίο να θυμόμαστε και να κλαίμε.
Δημοσίευση σχολίου